Παρασκευή 11 Μαΐου 2012

Περίληψη ομιλίας Μιχάλη Ομήρου στην Ημερίδα της 5ης Μαίου 2012



Λίπανση και Θρέψη στη Βιολογική Γεωργία



Mιχάλης Ομήρου

Λειτουργός Γεωργικών Ερευνών, Εργαστήριο Γεωργικής Μικροβιολογίας Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών



Περίληψη

Η θρέψη των καλλιεργειών στο σύστημα της βιολογικής γεωργίας αποτελεί ένα από τους σημαντικότερους περιοριστικούς παράγοντες τόσο όσο αφορά στην παραγωγικότητα των εκμεταλλεύσεων  αλλά και σε ότι αφορά την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων. Στις περιπτώσεις εκείνες όπου οι εχθροί των καλλιεργειών βρίσκονται υπό έλεγχο, τότε η κακή θρέψη και η μειωμένη γονιμότητα του εδάφους μπορεί να μειώσει και την απόδοση του συστήματος κατά 50%. Για το σκοπό αυτό η ΕΕ θέσπισε μέσω ενός πλαισίου τους κανόνες σχετικά με την λίπανση και θρέψη των φυτών στο σύστημα της βιολογικής γεωργίας. Έτσι όλοι οι παραγωγοί της κοινότητας είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν κατ’ ελάχιστο τους κανόνες και τις πρακτικές που αναφέρονται στους Καν. (ΕΚ) 834/2007 και 889/2008.

Η θρέψη των φυτών στο σύστημα της βιολογικής γεωργίας απαιτεί την κατανόηση βασικών λειτουργικών διεργασιών στο έδαφος σε ότι αφορά τα θρεπτικά στοιχεία και την ανακύκλωση τους. Παράλληλα, πρέπει να είναι γνωστές οι απαιτήσεις των καλλιεργειών σε θρεπτικά στοιχεία τόσο σε ποσότητα αλλά όσο και στο χρόνο για τον οποίο οι ανάγκες αυτές είναι μεγαλύτερες. Ο βιοκαλλιεργητής δεν έχει στη διάθεση του τα υδατοδιαλυτά λιπάσματα σε σύγκριση με τη συμβατική γεωργία ή άλλα συστήματα μειωμένων εισροών όπως είναι αυτό της ολοκληρωμένης διαχείρισης παραγωγής. Αντί αυτών ο βιοκαλλιεργητής καλείται να εφαρμόσει ένα σύστημα αμειψισποράς τέτοιο που να ευνοεί τη βελτίωση της γονιμότητας και την αύξηση της οργανικής ουσίας των εδαφών. Παράλληλα οι ανάγκες των φυτών αλλά και διατήρηση της αειφορίας του εδάφους θα πρέπει να διασφαλίζεται με την εφαρμογή της χλωρής λίπανσης, την προσθήκη κομποστοποιημένης κοπριάς αγροτικών ζώων ή φυτικών υπολειμμάτων καθώς επίσης και με εισροές σκευασμάτων ή υλικών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι του Καν. (ΕΚ) 889/2008. Στο εν λόγω παράρτημα υπάρχει η δυνατότητα χρήσης 33 διαφορετικών εισροών με τις οποίες επιτυγχάνεται η διατήρηση της γονιμότητας του εδάφους και η ικανοποίηση των θρεπτικών αναγκών των καλλιεργειών.

Στην πράξη όμως ο βιοκαλλιεργητής πρέπει να ακολουθήσει μια συγκεκριμένη διαδικασία και στρατηγική για την ικανοποίηση των θρεπτικών αναγκών των καλλιεργειών του. Αρχικά πρέπει να αξιολογήσει την υφιστάμενη θρεπτική κατάσταση και λειτουργία του εδάφους το οποίο θα χρησιμοποιήσει καθώς επίσης και τις διαθέσιμες πηγές νερού (ποσότητα και ποιότητα). Ακολούθως πρέπει να αποφασίσει τι μπορεί να καλλιεργήσει. Συνήθως αυτή η ερώτηση λανθασμένα τίθεται πρώτη από τους παραγωγούς αφού το έδαφος και η διαθέσιμη ποσότητα και ποιότητα του νερού άρδευσης καθορίζει το είδος των φυτών που πρόκειται να καλλιεργηθούν. Το επόμενο στάδιο είναι ο σχεδιασμός ενός συστήματος αμειψισποράς εάν πρόκειται για ετήσιες καλλιέργειες ή την επιλογή των φυτών για χλωρή λίπανση εάν πρόκειται για πολυετείς καλλιέργειες. Το σχέδιο της αμειψισποράς πρέπει οπωσδήποτε να περιλαμβάνει φυτικά είδη τα οποία όταν ενσωματωθούν στο έδαφος, μπορεί να προσφέρουν στην επόμενη καλλιέργεια σημαντικές ποσότητες θρεπτικών στοιχείων και κυρίως αζώτου. Άλλοι παράμετροι οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη κατά τη διαδικασία σχεδιασμού του συστήματος αμειψισποράς είναι το φυτικό είδος (οικογένεια), το βάθος του ριζικού συστήματος, συμβιωτική αζωτοδέσμευση, ευπάθεια σε ασθένειες ή εχθρούς. Με την κατάρτιση του συστήματος της αμειψισποράς ο βιοκαλλιεργητής αξιολογεί τις εισροές θρεπτικών στοιχείων που θα πρέπει να ενταχθούν στο σύστημα από κοπριές, κομπόστες ή και άλλα υλικά τα οποία επιτρέπονται από τον Κανονισμό. Η αξιολόγηση αυτή βασίζεται στο ρυθμό ανοργανοποίησης των θρεπτικών στοιχείων, καθώς επίσης και στη βιολογική δραστηριότητα του εδάφους. Εκτός από την ποσότητα των θρεπτικών στοιχείων που εισρέουν στο σύστημα η διατήρηση και η χρήση μικροοργανισμών είναι απαραίτητη για την αποτελεσματική και αειφόρο διατήρηση της οργανικής ουσίας και της γονιμότητας των εδαφών. Εμβολιασμός των φυτών με τέτοιους μικροοργανισμούς (μυκόρριζες, αζωτοδεσμευτικά βακτήρια) βελτιώνει την αποδοτικότητα χρήσης των διαφόρων θρεπτικών στοιχείων ενώ ταυτόχρονα μεταβάλλει τη μικροβιακή κοινότητα και δραστηριότητα των εδαφών προς όφελος των καλλιεργειών.



Σύντομο Βιογραφικό Σημείωμα του Δρα Μιχάλη Ομήρου

Ο Μιχάλης Ομήρου είναι απόφοιτος του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, του Τμήματος Γεωπονίας. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο ίδιο πανεπιστήμιο και απόκτησε το Διδακτορικό του από το Τμήμα Διαχείρισης Φυσικών Πόρων και Γεωργικής Μηχανικής, του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών στο εργαστήριο Γεωργικής Χημείας και Γονιμότητας εδαφών. Έχει πέραν των 20 δημοσιεύσεων σε διεθνή περιοδικά με κριτές και συνέδρια. Το 2004 προσλήφθηκε στο Τμήμα Γεωργίας και τοποθετήθηκε στον Κλάδο Οπωροκηπευτικών και ήταν ο αρμόδιος Λειτουργός για τα τεχνικά θέματα της βιολογικής γεωργίας. Από το 2010 ανήκει στο προσωπικό του Ινστιτούτου Γεωργικών Ερευνών και είναι ο επικεφαλής του Εργαστηρίου Γεωργικής Μικροβιολογίας, του Κλάδου Αγροβιοτεχνολογίας. Ανάμεσα στα ερευνητικά του ενδιαφέροντα είναι η αλληλεπίδραση μικροοργανισμών – φυτών σε συστήματα παραγωγής μειωμένων εισροών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου